top of page

EMILE GILIOLI, 1911-1977

Emile Gilioli was born in Paris in 1911, but grew up with his grandparents in Italy. From an early age he learned valuable skills as a craftsman working at the local blacksmith.  In 1928 he joined his father in Nice, where he worked for the sculptor Giavacci, while attending evening classes at the Ecole des Arts Décoratifs. In 1931 he was admitted to the Ecole des Beaux-Art in Paris, where he studied with Jean Boucher. In 1940 he moved to Grenoble. Here he befriended Andry-Fracy, the curator of the Grenoble Musée des Beaux-Arts, and Henri Closon, a pioneer of French abstraction. His first solo exhibition took place in 1941 at the Galerie Lafarge.


After the war, Gilioli initially settled in Saint-Martin-de-la-Cluze, a village near Grenoble, where he would continue to spend time on and off throughout his life. In 1997 his house/workshop there was acquired by the municipality and eventually turned into a museum dedicated to the sculptor. Gilioli carried out several war memorials in the Isère region, such as the Memorial of Voreppe (1946), the war memorial for the deportees of Grenoble (1950), and the National Monument of the Resistance at Les Glières, Haute Savoie (1973).

Inspired by Pre-Colombian, Coptic, and archaic Greek sculpture as well as Cubism, Gilioli slowly embraced and helped to formulate the dominant artistic trend of his times. From 1946 onwards he all but abandoned figuration in favor of abstraction. Taking an active part in the avant-garde Parisian art scene, he befriended many other artists, such as the abstract painters Serge Poliakoff and Victor Vasarely and the sculptor Constantin Brancusi. Gilioli participated in the first Salon de la Jeune Sculpture in 1949 and was elected vice-president of the group Espace in 1951, led by artists such as André Bloc, Fernand Léger and Corbusier. Espace aimed at bringing about a synthesis between painting, sculpture and architecture. The group dissolved five years later, but Gilioli remained faithful to the idea of the integration of architecture and sculpture. He believed there was no essential difference between the two and loved making sculptures that were ‘at the same time houses’. Starting from a core, Gilioli would painstakingly ‘build’ his sculpture until the exact right tautness was reached. Hence he described himself as both a ‘constructer’ and a ‘demolisher’. Gilioli worked in many materials. Feeling that a sculpture should ‘resemble the sky’ his bronze sculptures are polished  with a mirror finish as can be appreciated in the pictures above.


From the end of the forties onward Gilioli embarked on an incredibly successful and dynamic career with group and solo exhibitions in prestigious galleries (such as the galerie Louis Carre,) and museums (e.g. Palais Galliera, 1968) all over the world. He received various awards and distinctions, such as the Grand Prix de Sculpture of Carrare (1959) and the Grand Prix de la ville de Paris (1974).

Emilio Gilioli died in 1977. Two years later, in 1979, he had a retrospective exhibition in the Centre George Pompidou.

Gilioli’s work is included in the collections of major museums, such as the Centre de Pompidou, the Museum of Modern Art in Paris, Tate Gallery and MoMA.

Anchor 1

Ο EMILE GILIOLI γεννήθηκε στο Παρίσι το 1911, αλλά μεγάλωσε με τους παππούδες του στην Ιταλία. Από μικρή ηλικία έμαθε τις δεξιότητες ενός επαγγελματία σιδερά καθώς εργάστηκε σε τοπικό σιδηρουργείο. Το 1928 έζησε με τον πατέρα του στη Νίκαια, όπου εργάστηκε για τον γλύπτη Giavacci, ενώ παρακολούθησε απογευματινά μαθήματα στην École des Arts Décoratifs. Το 1931 έγινε δεκτός στην École des Beaux-Art στο Παρίσι όπου σπούδασε με τον Jean Boucher. Το 1940 μετακόμισε στην Γκρενόμπλ όπου κι έγινε φίλος με τον Andry-Fracy, επιμελήτης στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Γκρενομπλ, και με τον Henri Closon, έναν πρωτοπόρο καλλιτέχνη της γαλλικής αφαίρεσης. Η πρώτη του ατομική έκθεση έγινε το 1941 στην Galerie Lafarge. 

Μετά τον πόλεμο o Gilioli αρχικά εγκαταστάθηκε στο Saint-Martin-de-la-Cluze, ένα χωριό κοντά στην Grenoble, όπου και συνέχισε να περνά χρόνο εκεί καθόλη τη διάρκεια της ζωής του. Το 1997 ανέλαβε το σπίτι-εργαστήρι του ο δήμος και τελικά το μετέτρεψε σε μουσείο αφιερωμένο στον γλύπτη. Ο Gilioli έχει δημιουργήσει αρκετά μνημεία πολέμου στην περιοχή Isère, όπως το μνημείο του Voreppe (1946), το μνημείο για τους απελαθέντες της Grenoble (1950) και το Εθνικό Μνημείο της Αντίστασης στο Les Glières, Haute Savoie (1973). 

Εμπνευσμένος από την προ-κολομβιανή εποχή, την κοπτική, την αρχαϊκή ελληνική γλυπτική καθώς και τον κυβισμό, ο Gilioli συνέβαλε στη διαμορφώση της καλλιτεχνικής τάσης της εποχής του. Από το 1946 και μετά εγκατέλειψε την αναπαράσταση μορφών και αφιερώθηκε στην αφαίρεση. Λαμβάνοντας ενεργό μέρος στην avant-garde σκηνή της παριζιάνικης τέχνης έγινε φίλος με πολλούς άλλους καλλιτέχνες, όπως τους ζωγράφους Serge Poliakoff και Victor Vasarely, και τον γλύπτη Constantin Brancusi. Ο Gilioli συμμετείχε στην πρώτη έκθεση του Salon de la Jeune Sculpture το 1949 και εξελέγει αντιπρόεδρος της ομάδας Espace το 1951, καθοδηγούμενος από καλλιτέχνες όπως ο André Bloc, ο Fernand Léger and ο Le Corbusier. Η Espace είχε ως στόχο την επίτευξη μιας σύνδεσης μεταξύ ζωγραφικής, γλυπτικής και αρχιτεκτονικής. Η ομάδα αυτή διαλύθηκε πέντε χρόνια αργότερα, όμως ο Gilioli παρέμεινε πιστός στην ιδέα της ενσωμάτωσης της αρχιτεκτονικής με την γλυπτική. Ο ίδιος πίστευε ότι δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ των δύο και αγαπούσε να κάνει γλυπτά που ήταν ταυτόχρονα «σπίτια». Ξεκινώντας από έναν πυρήνα, ο Gilioli «οικοδομούσε» ένα γλυπτό μέχρι να φτάσει στο ακριβές όριο της έντασης. Ως εκ τούτου, ο ίδιος περιγράφει τον εαυτό του ως «κατασκευαστή» και ταυτόχρονα «κατεδαφιστή». Ο Emile Gilioli δημιούργησε έργα σε πολλά και διαφορετικά υλικά, με το σκεπτικό ότι ένα γλυπτό πρέπει να «μοιάζει με τον ουρανό», τα χάλκινα γλυπτά του είναι γυαλισμένα με φινίρισμα καθρέφτη, όπως μπορεί να γίνει φανερό και στις φωτογραφίες παραπάνω. 

Από τη δεκαετία του ’40 και μετά ο Gilioli ξεκίνησε μια απίστευτα επιτυχημένη και δυναμική καριέρα, σε όλο τον κόσμο, με ομαδικές και ατομικές εκθέσεις σε σημαντικές γκαλερί (όπως η Galerie Louis Carré,) και μουσεία (όπως το Palais Galliera, 1968). Έλαβε διάφορα βραβεία και διακρίσεις, όπως το Grand Prix de Sculpture της Carrare (1959) και το Grand Prix de la Ville de Paris (1974). 

Ο Emilie Gilioli πέθανε το 1977. Δύο χρόνια αργότερα, το 1979, έγινε μια αναδρομική έκθεση προς τιμήν του στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης George Pompidou.

​Έργα του περιλαμβάνονται στις συλλογές μεγάλων μουσείων όπως το Centre de Pompidou, το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στο Παρίσι, και η Tate Gallery στο Λονδίνο. 

bottom of page