P gallery
sculpture
PHILOLAOS TLOUPAS, 1923-2010
Philolaos Tloupas, better known as ‘Philolaos’, was born in Larissa in 1923. As his father was a carpenter he gained hands-on experience early on. From 1944 until 1947 he attended the School of Fine Arts in Athens and studied with the sculptors Michael Tompros and Athanasios Apartis. In 1950 he left for Paris and briefly attended classes at the atelier of Marcel Gimond at the École des Beaux-Arts before settling in Saint-Rémy-lès-Chevreuse in the region of Paris, where he taught ceramics at the Centre de Claireau from 1951 to 1967. It was in Saint Rémy that he built his atelier in 1967.
Curious by nature, Philolaos was keen on working with new materials and discovering new methods and combinations, always impatient to see where his experiments would take him. In the 50s he started to work with lead for small sculptures and portraits, and afterwards iron, which allowed him to realise sculptures of a larger size. It was by hammering, bending and welding sheets of metal that Philolaos found his own means of expression and departed from the formalism of his academic studies. His sculptures became more stylized and abstract, as can be appreciated in the full length portrait ‘Claudine’ from 1957. He also started to create furniture and jewelry.
In the early 1960s Philolaos discovered first the possibilities of stainless steel and subsequently of washed concrete, which gave a new impulse to both his artwork and his career. The combination of these materials allowed him to create monumental sculptures for public places. His meeting with the architect André Gomis marked the beginning of a fruitful collaboration. In 1963 Gomis commissioned a water reservoir sculpture, the Châteaux d’eau de Valence in Drome. The two tower-sculptures, 52 and 57 m in height, were realized in 1971 and earned Philolaos in 1981 first prize for the best urban art project of the decade 1970-1980.
Keenly interested in the integration of sculpture in an urban environment, Philolaos continued throughout the 70s and until the beginning of the 2000s to work with major architects for whom he created numerous sculptures and fountains throughout France. In recognition for his work he was awarded in 1984 the Medal of Fine arts from the French Academy of Architecture. In 2005, while he had an exhibition in the gardens of the Palais Royal in Paris, he was conferred the title of ‘Officer of Arts and Letters’
Best known to the public for his monumental sculptures, Philolaos also created sculptures in smaller sizes in clay and wood. Among these were portraits, figurines, and his ‘gogottes’, imaginary creatures that were a pigment of his imagination, as well as bas-reliefs in driftwood or turned wood, which he sculpted during the summer in his house in Greece (see above the landscape L’Orage from 1984) A truly versatile artist, he made many sculpture/domestic objects, such as mirrors (see: Mirroir Décalé), closets, lamps, fireplaces, tables, chairs and fauteuils (two chairs are on permanent display in P gallery), as well as jewelry, such as necklaces, rings and bracelets.
PHILOLAOS TLOUPAS, 1923-2010
PHILOLAOS TLOUPAS, dit Philolaos, est né à Larissa en 1923. Avec son père, ébéniste, Il a appris très tôt le travail du bois. De 1944 à 1947, il est étudiant à l’Ecole des Beaux Arts d’Athènes où il a pour professeurs Michalis Tompros puis Athanase Apartis. Il arrive à Paris en 1950 et suit pendant un temps les cours des Beaux Arts dans l’atelier de Marcel Gimond, puis il enseigne la poterie au Centre de Travaux Manuels du Claireau à Saint Rémy lès Chevreuse en région parisienne, de 1951 à 1967. C’est à Saint Rémy qu’il construit son atelier en 1967.
Mu par une infinie curiosité dans le domaine de son art, Philolaos a exploré de nouvelles méthodes et les possibilités que pouvaient lui offrir des matériaux divers, toujours impatient de découvrir où ses expérimentations allaient le mener. Au cours des années ’50, il commence par travailler le plomb pour de petites sculptures et des portraits, puis le fer, qui lui permet de réaliser des sculptures de plus grande taille. Il martèle, plie, soude le métal, développant ainsi son propre moyen d’expression et il s’éloigne peu à peu de l’enseignement académique qui l’a formé. Ses sculptures se stylisent jusqu’à l’abstraction. Le portrait en pied de « Claudine » (1957) que l’on peut voir au dessus, illustre son évolution au cours de cette période. Par ailleurs, il commence à créer des meubles et des bijoux.
Au début des années ’60, Philolaos découvre les possibilités que lui offre l’acier inoxydable et un peu plus tard, le béton lavé, matériaux qui vont donner une nouvelle impulsion à sa recherche artistique et à sa carrière. Il réalise ainsi des sculptures monumentales pour des espaces publics. Sa rencontre avec l’architecte André Gomis marque le début d’une fructueuse collaboration. En 1963, Gomis lui confie la création des Châteaux d’eau de Valence, dans la Drôme, deux tours-sculptures de 52 et 57 mètres de haut, qui seront achevées en 1971 et vaudront à Philolaos en 1981 le premier prix pour le meilleur projet d’art urbain de la décennie 1970-1980.
Passionné par l’intégration de la sculpture dans l’environnement urbain, Philolaos continue de travailler tout au long des années ’70 et jusqu’au début des années 2000, avec de grands architectes pour lesquels ils crée de nombreuses sculptures et fontaines à travers la France. Il reçoit en 1984 la médaille des Beaux Arts de l’Académie Française d’Architecture. En 2005, lors d’une exposition qui lui est consacrée à Paris, dans les jardins du Palais Royal, il est nommé officier des Arts et Lettres.
Plus connu pour ses oeuvres monumentales, Philolaos a aussi créé des sculptures de tailles variées, plus petites, en terre cuite et en bois, des portraits, de petites figures, ses « Gogottes », créatures fantastiques nées de son imagination, et aussi des tableaux-reliefs en bois flotté ou tourné, qu’il composait l’été dans sa maison de Grèce (voir au dessus le paysage intitulé « L’Orage », qui date de 1984). Artiste aux multiples facettes, il a fabriqué des objets, miroirs (voir ci-dessous le « Miroir décalé »), lampes, cheminées, tables, chaises et fauteuils (deux de ses chaises se trouvent à la P. Gallery), ainsi que des bijoux, colliers, bagues et bracelets.
ΦΙΛΟΛΑΟΣ ΤΛΟΥΠΑΣ, 1923-2010
Ο Φιλόλαος Τλούπας, γνωστός ως «Φιλόλαος», γεννήθηκε στη Λάρισα το 1923. Καθώς ο πατέρας του ήταν ξυλουργός απέκτησε πρακτική εμπειρία από νωρίς. Από το 1944 μέχρι το 1947 φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και σπούδασε με τους γλύπτες Μιχάλη Τόμπρο και Αθανάσιο Απάρτη. Το 1950 έφυγε για το Παρίσι και σύντομα παρακολούθησε μαθήματα στο ατελιέ του Marcel Gimond στην École des Beaux-Arts πριν εγκατασταθεί στο Saint-Rémy-lès-Chevreuse της περιοχής του Παρισιού, όπου δίδαξε κεραμική στο Centre de Claireau από το 1951 έως το 1967 και έφτιαξε το ατελιέ του το 1967.
Η πηγαία ανάγκη του Φιλόλαου για ανακάλυψη και εξερεύνηση τον ώθησε στην αναζήτηση νέων υλικών, μεθόδων και συνδυασμών. Στην δεκαετία του '50 άρχισε να εργάζεται με μόλυβδο για τα μικρά γλυπτά και πορτρέτα του, και στη συνέχεια με σίδερο το οποίο του επέτρεψε να πραγματοποιήσει γλυπτά μεγαλύτερων διαστάσεων. Με τη σφυρηλάτηση, την κύρτωση και την συγκόλληση φύλλων μετάλλου ο Φιλολάου βρήκε το δικό του μέσο έκφρασης και άφησε πίσω του σιγά-σιγά τον φορμαλισμό των ακαδημαϊκών του σπουδών. Τα γλυπτά του έγιναν πιο στυλιζαρισμένα και αφηρημένα, όπως μπορεί να παρατηρήσει κανείς στο πορτρέτο Claudine του 1957. Άρχισε επίσης να δημιουργεί έπιπλα και κοσμήματα.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ο Φιλόλαος ανακάλυψε πρώτα τις δυνατότητες του ανοξείδωτου χάλυβα και μετά του μπετόν, το οποίο έδωσε μια νέα διάσταση στο έργο και στην καριέρα του. Ο συνδυασμός αυτών των υλικών επέτρεψε να δημιουργήσει μνημειακά γλυπτά για δημόσιους χώρους. Η συνάντησή του με τον αρχιτέκτονα André Gomis σηματοδότησε την αρχή μιας γόνιμης συνεργασίας. Το 1963 ο Gomis παρήγγειλε ένα γλυπτό, το Châteaux d'eau de Valence στην περιοχή Drôme. Τα δύο πύργο-γλυπτά, 52 και 57 μέτρων ύψους, πραγματοποιήθηκαν το 1971 και ο Φιλόλαος κέρδισε το 1981 το πρώτο βραβείο για το καλύτερο σχέδιο αστικής τέχνης της δεκαετίας 1970-1980.
Παθιασμένος με την ένταξη της γλυπτικής σε ένα αστικό περιβάλλον, ο Φιλόλαος συνεχίσε καθόλη τη δεκαετία του '70 και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000 να συνεργάζεται με τους μεγαλύτερους αρχιτέκτονες για τους οποίους δημιούργησε πολλά γλυπτά καθώς και συντριβάνια σε όλη τη Γαλλία. Σε αναγνώριση για το έργο του τιμήθηκε το 1984 με το Μετάλλιο Καλών Τεχνών από τη Γαλλική Ακαδημία Αρχιτεκτονικής. Το 2005, κατά τη διάρκεια της έκθεσής του στους κήπους του Palais Royal στο Παρίσι, του δόθηκε ο τίτλος του « Οfficier des Arts et Lettres ».
Ευρύτερα γνωστός στο κοινό για τα μνημειώδη γλυπτά του, ο Φιλόλαος δημιούργησε επίσης γλυπτά σε μικρότερα μεγέθη από πηλό και ξύλο. Μεταξύ αυτών ήταν τα πορτρέτα, τα ειδώλια, και οι «gogottes», φανταστικά πλάσματα που ήταν δημιουργήματα της φαντασίας του. Ένας πραγματικά πολύπλευρος καλλιτέχνης, που έκανε πολλά γλυπτά, οικιακά αντικείμενα, όπως κάτοπτρα (βλέπε: Mirroir Décalé), ντουλάπες, φωτιστικά, τζάκια, τραπέζια, καρέκλες, καθώς και κοσμήματα, όπως κολιέ, δαχτυλίδια και βραχιόλια.